Ενας επιδέξιος «μάγος» μπορεί να προκαλέσει τον θαυμασμό αλλά και το γέλιο σας. Μπορεί να μαγνητίσει το βλέμμα σας, να κεντρίσει το ενδιαφέρον σας, να σας γεμίσει απορίες. Κυρίως όμως μπορεί να παίξει με το μυαλό σας!
Χρησιμοποιώντας ένα σωρό μεθόδους κατορθώνει να εκμεταλλευθεί αδυναμίες του μυαλού που καλά-καλά δεν ξέρετε ότι υπάρχουν. Και όλα αυτά δεν είναι λόγια του αέρα από κάποιους λάτρεις αυτού του είδους των θεαμάτων. Είναι διαπιστώσεις στις οποίες έχουν καταλήξει οι νευροεπιστήμονες.
Ορισμένοι από αυτούς βρίσκουν μάλιστα τα μαγικά κόλπα τόσο άρτια ώστε έχουν αρχίσει να τα χρησιμοποιούν ως «εργαλείο» για να εξερευνήσουν τη λειτουργία του εγκεφάλου και ώθησαν ορισμένους νευροεπιστήμονες στο να αντλήσουν μυστικά από αυτόν τον «θησαυρό» εμπειρικής σοφίας για να βελτιώσουν τις μελέτες τους.
Εκτός λοιπόν από τα οπτικά εφέ και τα διάφορα τεχνικά μέσα που χρησιμοποιούν για να στήσουν τις ψευδαισθήσεις τους, οι ταχυδακτυλουργοί (illusionists) εκμεταλλεύονται και την λεγόμενη «συγκεκαλυμμένη παραπλάνηση» που θεωρείται από τους μάγους πολύ πιο «κομψή». Εδώ δεν αποσπάται το βλέμμα: ο θεατής μπορεί να κοιτάζει τη «μέθοδο», όμως δεν τη βλέπει πραγματικά, είναι σαν να είναι «τυφλός» απέναντί της επειδή αυτή διαφεύγει της προσοχής του.
Η επιστήμη έχει εντοπίσει και έχει αρχίσει να μελετά τρεις τέτοιου είδους «τυφλώσεις» της προσοχής και της μνήμης μας: την τύφλωση της αλλαγής, την τύφλωση της προσοχής και την τύφλωση της επιλογής.
Τύφλωση προσοχής
Το πείραμα του «αόρατου γορίλα» το οποίο δημοσιεύθηκε το 1999, καταδεικνύει το φαινόμενο της «τύφλωσης της προσοχής». (Αν θέλετε να υποβληθείτε και εσείς σε αυτό, σταματήστε να διαβάζετε, δείτε το βίντεο και μετά συνεχίστε το διάβασμα...)
Πρόκειται για ένα βίντεο στο οποίο δύο ομάδες παίζουν κάτω από μια μπασκέτα. Ο θεατής καλείται να μετρήσει πόσες πάσες αλλάζουν οι παίκτες της μιας ομάδας μεταξύ τους. Σε κάποια στιγμή ένας άνδρας μεταμφιεσμένος σε γορίλα περνάει αργά αργά ανάμεσά τους. Ωστόσο σχεδόν το 50% όσων κάνουν το τεστ, προσηλωμένοι στο μέτρημα των μπαλιών, δεν αντιλαμβάνονται καν την παρουσία του.Αλλες μελέτες που διεξήχθησαν στη συνέχεια από νευροεπιστήμονες έχουν δείξει μάλιστα ότι ο «προβολέας» της προσοχής των θεατών είναι τόσο έντονα εστιασμένος στην μπάλα ώστε αυτοί δεν αντιλαμβάνονται την παρουσία του γορίλα ακόμη και όταν – όπως αποδεικνύεται από την καταγραφή των κινήσεων των ματιών τους – στην ουσία τον βλέπουν.Σε όλες αυτές τις γνωσιακές ψευδαισθήσεις άλλωστε η «τύφλωση» δεν αφορά τα μάτια αλλά τον εγκέφαλο.
Τύφλωση αλλαγής
Το λεγόμενο «πείραμα της πόρτας» ήταν ένα από τα πρώτα που απέδειξαν το φαινόμενο της «τύφλωσης της αλλαγής» το 1998. Ο Ντάνιελ Λέβιν και ο Ντάνιελ Σάιμονς, ψυχολόγοι τότε αντίστοιχα στα πανεπιστήμια Kent State και Χάρβαρντ, έβαλαν έναν φοιτητή να σταματάει περαστικούς στον δρόμο κρατώντας έναν χάρτη και ζητώντας πληροφορίες για τη διεύθυνση που έψαχνε. Ενώ συζητούσαν, δύο άτομα που κουβαλούσαν μια πόρτα περνούσαν ανάμεσά τους και ο φοιτητής έξυπνα άλλαζε θέση με τον έναν «μεταφορέα»: περίπου στο μισό των περιπτώσεων μετά το πέρασμα της πόρτας η συζήτηση συνεχιζόταν κανονικά χωρίς ο περαστικός να αντιληφθεί την αλλαγή του προσώπου του συνομιλητή του
Τύφλωση επιλογής
Η «τύφλωση της επιλογής» αποτελεί μια
πιο πρόσφατη ανακάλυψη και εμπίπτει σε ένα φαινόμενο γνωσιακής
ψευδαίσθησης το οποίο οι ειδικοί ονομάζουν «ψευδαίσθηση της
ενδοσκόπησης» – την εσφαλμένη, δηλαδή, πεποίθηση ότι γνωρίζουμε πολύ
καλά την πνευματική και ψυχική μας κατάσταση ενώ οι άλλοι άνθρωποι δεν
γνωρίζουν τόσο καλά τη δική τους.
Αποδείχθηκε από τον Πέτερ Γιόχανσον του Πανεπιστημίου του Λουντ και τον Αντρέας Ολσον
του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης σε ένα πείραμα εμπνευσμένο από τις
«μαγικές» τεχνικές το 2005. Οι ερευνητές έδειξαν σε εθελοντές μια σειρά
φωτογραφίες προσώπων ανά ζεύγη ζητώντας τους κάθε φορά να πουν ποιο από
τα δύο πρόσωπα – το αριστερό ή το δεξιό – τους φαινόταν πιο ελκυστικό
και για ποιον λόγο. Στη συνέχεια έδειξαν για δεύτερη φορά τα ζεύγη των
φωτογραφιών αλλάζοντας με ταχυδακτυλουργικές τεχνικές σε ορισμένα από
αυτά τη θέση των εικόνων (φέρνοντας δηλαδή τη δεξιά φωτογραφία στα
αριστερά και το αντίστροφο). Περισσότεροι από το 70% των εθελοντών όχι
μόνο δεν αντιλήφθηκαν την αλλαγή αλλά απάντησαν ότι βρήκαν πιο ελκυστικό
το πρόσωπο που είδαν στην ίδια θέση που είχαν προτιμήσει την πρώτη
φορά, παρ’ ότι αυτό ήταν το πρόσωπο που τότε βρισκόταν στην άλλη θέση
και είχαν βρει λιγότερο γοητευτικό. Ακόμη πιο εκπληκτικό ήταν το γεγονός
ότι πρόβαλαν και πάλι από μια «ατράνταχτη» αιτιολογία – π.χ., «μου θυμίζει τη μητέρα μου» (όταν στην προηγούμενη φάση υποτίθεται ότι το άλλο πρόσωπο ήταν εκείνο που τη θύμιζε) ή «προτιμώ τις ξανθές» (όταν στην προηγούμενη φάση ο ίδιος εθελοντής είχε προτιμήσει στο ίδιο ζεύγος τη μελαχρινή γυναίκα).
Η συγκεκριμένη ψευδαίσθηση είναι τόσο
ισχυρή ώστε το 84% των ερωτηθέντων δήλωσε με απόλυτη βεβαιότητα ότι, αν
οι φωτογραφίες είχαν αλλαχθεί, θα το καταλάβαινε αμέσως. Αποδεικνύει,
σύμφωνα με τους ερευνητές, πόσο έντονη είναι η τάση μας να δικαιολογούμε
τις επιλογές μας, ακόμη και όταν δεν τις έχουμε κάνει ποτέ στην
πραγματικότητα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου